Δύο Αμερικανίδες, η Βίκι και η Κριστίνα, αποφασίζουν να περάσουν το καλοκαίρι τους κάτω από τον ήλιο της Βαρκελόνης. Σοβαρή και στα πρόθυρα του γάμου η πρώτη, σεξουαλικά απελευθερωμένη η δεύτερη, θα πιαστούν όμως και οι δυο στον ιστό του Χουάν Αντόνιο, ενός αρρενωπού ζωγράφου που παραμένει υπερβολικά δεμένος με την πρώην σύζυγό του.
Αυτή την φορά ο Γούντι Άλεν στήνει το γαϊτανάκι του στην Βαρκελόνη με τα πολύχρωμα γλυπτά του Μιρό και τα σαν ζαχαρωτά κτήρια του Γκαουντί. Στο «Vicky, Cristina, Barcelona» δεν υπάρχει έγκλημα και τιμωρία όπως στα «Match Point» και «Το Όνειρο Της Κασσάνδρας» αλλά το λαβράκι («Scoop») βγήκε και εδώ. Θα ξεκινήσω από το τρίτο κορίτσι του τίτλου, το πιο όμορφο. Λουσμένο στο κίτρινο του μελιού και στο κόκκινο του κρασιού η Βαρκελόνη...Ο Γούντι την έχει φωτογραφίσει σαν ντόπιος που δεν ξεχνά κάποιες φορές να αντιμετωπίζει και να επανεκτιμά τα αξιοθέατα της πόλης του σαν υγιής τουρίστας και ταξιδευτής. Η κάμερα του βολτάρει στην πόλη και ούτε για μια στιγμή τα πλάνα του δεν γίνονται καρτ ποστάλ. Την αποτυπώνει ήρεμη, όμορφη σαν σε γλυκιά μέθη από σέρι, με εξοχές, ποδηλατάδες, αρτίστικη και λειτουργική, κουλτουριάρα, νευραλγική, ζωντανή, πονηρή και ανεπιτήδευτα Ευρωπαία. Οι δυο Αμερικανίδες του έρχονται εδώ για το καλοκαίρι από το κέντρο του Μανχάταν. Η μια αρραβωνιασμένη, τακτοποιημένη και ολίγο ξινή και η άλλη απελευθερωμένη, ξανθούλα και ζουμερή ψάχνει την αγάπη μέσα από τα πλάνα και το σενάριο της μικρού μήκους ταινίας που μόλις ολοκλήρωσε. Διαφορετικές αλλά κολλητές...Στα εγκαίνια μιας γκαλερί γνωρίζουν έναν άντρα.
Εδώ ξεκινά η ιστορία...Δημιουργείται ένα σύνηθες επιφανειακά τρίγωνο του τύπου δυο γυναίκες - ένας άνδρας αλλά εξελίσσεται σε γλυκόπιοτη κομεντί. Δεν έχει στιχομυθίες για να γονατίσεις από τα γέλια, ούτε θα ξαφνιαστείς από τις εξελίξεις και τις ανατροπές, ούτε θα εντυπωσιαστείς από τις μοντερνιές και της «προχώ» πινελιές. Έχει όμως μια στιλάτη ομορφιά απ' άκρη σ' άκρη...Εκτός του φυσικού σκηνικού της πανέμορφης πόλης ο Άλεν συγκέντρωσε μερικές από τις όμορφες μούρες του διεθνούς σημερινού κινηματογράφου.
Το κορίτσι που δεν αναγράφεται στο τίτλο κλέβει σίγουρα την παράσταση, ακόμα και αν εμφανίζεται μόνο στο δεύτερο μισό της ταινίας.
Η Πενέλοπε Κρούζ, μια εντυπωσιακή σειρήνα, νευρωτική, έντονη, σπινθηροβόλα, με ανάκατα μαλλιά, πολλές τιράντες και χαϊμαλιά, χαοτική, μπερδεμένη, επικίνδυνη, μοιραία Σπανιόλα, απρόβλεπτη, τη λες και τρελή. Οι σκηνές με τους δυο τους να λογομαχούν στα ισπανοαγγλικά προκαλούν γέλιο και χωρίς υπότιτλους και έχουν κάτι από την παθιασμένη, γοητευτική υστερία του Αλμοδοβάρ αν και βλέπουμε ταινία του Γούντι Άλεν. Η μούσα του τελευταίου, η Γιόχανσον, στην τρίτη τους συνεργασία καταφέρνει μάλλον τα λιγότερα απ' όλους αν και κάνει αυτό που χρειάζεται, αφήνεται να τσαλακωθεί κάτω από τον υποφώσκοντα αυτοσαρκασμό που κρύβει ο ρόλος της. Η φίλη της, η Πατρίσια Κλάρκσον, δεν χάνεται καθόλου, καθώς υπηρετεί άξια τον ξινό, ξενέρωτο, ρόλο της και περιμένει την επόμενη ευκαιρία για να δείξει τί άλλο μπορεί να κάνει. Ο Γούντι Άλεν φτιάχνει ένα μικρό Μανχάταν με αλήθειες για τις σχέσεις, την αγάπη, τον έρωτα (ο μόνος ρομαντικός έρωτας είναι ο ανεκπλήρωτος...), τις τέχνες και τη ζωή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου