Πέμπτη 28 Απριλίου 2011

The Double Life of Veronique



''Η διπλή ζωή της Βερόνικα'' στην πραγματικότητα είναι μια αυτοβιογραφική ταινία που αποτυπώνει τη νοσταλγία του Κριστόφ Κισλόφσκι και την αγωνία του να βρει ένα σταθερό σημείο αναφοράς σε μια κρίσιμη καμπή της ζωής του. Το 1991, χρονιά κατά την οποία γυρίστηκε, ο Πολωνός δημιουργός είχε εγκατασταθεί μόνιμα στη Γαλλία και είχε ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο στην καριέρα του, που έμελλε να είναι και ο επιλογός της.
Η «Βερόνικα» είναι ένα γοητευτικό παιχνίδι ανάμεσα στο πραγματικό και το ιδεατό· Ξεκινάει από τα πρόσωπα και την αντανάκλασή τους στον καθρέφτη και κορυφώνεται, παίρνοντας τις διαστάσεις μιας εσωτερικής, υπαρξιακής, περιπέτειας γύρω από την αναζήτηση της ουσίας του ανθρώπου τη στιγμή που η ψυχή εγκαταλείπει το σώμα. Η «Βερόνικα» είναι ο ίδιος ο Κισλόφσκι διαιρεμένος στα δύο. Ο μισός στο παρελθόν, ο άλλος μισός στο παρόν.
Στο πρώτο μέρος της ταινίας, το πολωνικό που είναι πιο συμπαγές, η Βερόνικα, μια νεαρή τραγουδίστρια με εύθραυστη καρδιά, προσπαθεί να ανυψωθεί με κινητήριο δύναμη την τέχνη (η θεϊκή φωνή της είναι σαν την ψυχή που ζητάει να βγει από σώμα και ν' αναληφθεί στους ουρανούς), όμως, το κορμί (που συν τοις άλλοις είναι και άρρωστο) υποτάσσεται στον νόμο της βαρύτητας. Στο δεύτερο μέρος, μια Γαλλίδα σωσίας της Βερόνικα, η Βερονίκ, που εγκατέλειψε το όνειρο να γίνει σολίστ και τώρα παραδίδει μαθήματα μουσικής σε ένα δημοτικό σχολείο, αρχίζει να συλλαμβάνει με τη διαίσθησή της μηνύματα από έναν «άλλο» κόσμο. Η γνωριμία της με έναν καλλιτέχνη του κουκλοθέατρου και ο έρωτάς της γι' αυτόν θα επιταχύνει την κατάδυση στην ψυχή της. Μια φωτογραφία - ντοκουμέντο (τραβήχτηκε τυχαία από την Βερονίκ σε μια εκδρομή της στην Κρακοβία και απεικονίζει την Βερόνικα ανάμεσα στο πλήθος μιας διαδήλωσης) θα λειτουργήσει ως καταλύτης και θα τη φέρει στον δρόμο της επιστροφής προς το σπίτι του πατέρα της.
Η κινηματογραφική μηχανή, άλλοτε διαγράφει κυκλική τροχιά για να συμπέσουν οι εικόνες των δύο γυναικών (η Βερονίκ είναι το είδωλο της Βερόνικα στον καθρέφτη και τούμπαλιν) και άλλοτε δημιουργεί τέλεια συμμετρία ανάμεσα στα πρόσωπα της Βερόνικα και της Βερονίκ, τα οποία αντιπροσωπεύουν το παρελθόν και το παρόν του Κισλόφσκι. Σύμφωνα με τα λόγια του: «Η «Βερόνικα» είναι το χαρακτηριστικό παράδειγμα ταινίας για μια γυναίκα, επειδή οι γυναίκες αισθάνονται με μεγαλύτερη ένταση τα πράγματα, έχουν περισσότερα προαισθήματα, μεγαλύτερη ευαισθησία και διαίσθηση, και δίνουν περισσότερη σημασία σ' όλα αυτά. «Η Βερόνικα» δεν θα μπορούσε να γυριστεί για έναν άντρα».
Η «Διπλή ζωή της Βερόνικα» έκανε γνωστό στο ευρύ κοινό τον Κισλόφσκι. αλλά και τον μόνιμο συνεργάτη του, τον συνθέτη Ζμπίγκινεφ Πράισνερ ο οποίος υπογράφει το εξαιρετικό σάουντρακ της ταινίας.


Τρίτη 19 Απριλίου 2011

Το κύμα


Υπόθεση: Οταν συνειδητοποιεί, ότι οι παραδοσιακές μέθοδοι διδασκαλίας της Ιστορίας, προκαλούν αφόρητη ανία στους μαθητές του, ένας νεαρός καθηγητής, προτείνει την εφαρμογή ενός ιδιότυπου πειράματος, που προβλέπει συγκρότηση μιας ελίτ με μυστικούς κώδικες, σκληρή πειθαρχία και υψηλούς στόχους. Οι μαθητές θα οδηγήσουν το πείραμα σε απόλυτη επιτυχία και, χωρίς να το καταλάβουν, θα αρχίσουν να υποκύπτουν στη διακριτική γοητεία του φασισμού.





Προσωπικά τη θεωρώ, μια από τις καλύτερες ευρωπαϊκές ταινίες... "Ολοκληρωμένη" στους τομείς που μια ταινία φτιάχνεται για να "βλέπεται", από κοινό όλων των ηλικιών. Δε θα προδώσει σε κανένα σημείο την ανάγκη ύπαρξης σινεφιλικών αναφορών, αφού δε στέκεται εκεί. Το ζητούμενο είναι ο αρμονικότατος συνδυασμός προς τέρψιν και διαλογισμό του ποιοτικού με το εμπορικό. Και η ταινία, σε αυτό παίρνει άριστα.
Τα μηνύματα , οι υπαινιγμοί και οι συμβολισμοί άκρως επίκαιροι και επώδυνοι για την κοινωνία της παγκοσμιοποίησης. Για άλλη μια φορά η αδικία είναι ο καλύτερος σύμμαχος της εμπορικής επιτυχίας.
Η ταινία με το θέμα της "διακριτικής γοητείας του φασιμού" προβληματίζει ψυχρά, κοφτά, ανθρώπινα χωρίς να πέφτει στην παγίδα της αποστασιοποίησης ή της εμπορευματοποίησης. Γίνεται ένα "πειραματόζωο" της σκέψης και του πνεύματος. Κεντρίζει το ενδιαφέρον από το πρώτο έως το τελευταίο λεπτό, χωρίς να χάνει σε ένταση για τα τεκταινόμενα. Η πλοκή έχει την μορφή αφήγησης ημερολογίου. Άρα και κλιμάκωση, αγωνία. Και ένα φινάλε εντυπωσιακό, δυνατό, σοκαριστικό. Φωτογραφία και μουσική, συμμετέχουν εξίσου πετυχημένα στη δημιουργία του σκηνοθέτη Ντένις Γκάνσελ, κάνοντας το τελικό αποτέλεσμα, εξαιρετικό από κινηματογραφικής πλευράς. 





Πέραν του ενδιαφέροντος σεναρίου, από το βιβλίο του Τοντ Στράσερ, που γράφτηκε το 1970, θα θαυμάσετε και τον τρόπο που ο σκηνοθέτης αντιμετωπίζει το θέμα του κατάματα, χωρίς ενοχές από το παρελθόν, ενώ δε διστάζει να απορρίψει τα γνωστά κλισέ και την εύκολη συγκίνηση. Χτίζει σταδιακά, ένα "πειραματικό" περιβάλλον για παιδαγωγικούς σκοπούς και γίνεται μάρτυρας της έλξης του. Εκκολάπτει το "αυγό του φιδιού" γιατί το απαιτούν οι υπαρξιακές συνθήκες. Η κοινωνία της ατομικής ιδιοκτησίας και της αφθονίας των καταναλωτικών αγαθών δεν προσφέρεται για ιδανικά. Η εκμετάλευση της ανάγκης για πίστη, υπακοή και πειθαρχία στο ομαδικό πνεύμα, είναι εύκολη υπόθεση. Η χειραγώγηση των μαζών και η προπαγάνδα πάντα ήταν στα χέρια των πλέον ικανών ρητόρων. Ο Μεσσιανισμός, ζει και βασιλεύει, τόσο, όσο η διαμάχη υλικών και πνευματικών αγαθών θα βρίσκεται σε αέναη ιδεολογική σύγκρουση. Η ομοιογένεια και η ενότητα είναι τα όπλα αυτού του πολέμου.



Δευτέρα 18 Απριλίου 2011

Route Irish



Κινηματογράφος Ολύμπιον :  14.04  -  27.04

Παραπλανητικός είναι ο τίτλος της τελευταίας ταινίας του Κεν Λόουτς. Μονάχα η τελευταία σκηνή του «Route Irish» θυμίζει Μπέλφαστ. Το σενάριο (από τον Πολ Λάβερτι) αναφέρεται στη διαδρομή-ναρκοπέδιο από το αεροδρόμιο της Βαγδάτης μέχρι την Πράσινη Ζώνη, που προσφάτως μετονομάστηκε σε Διεθνή Ζώνη. Σχηματικά, ο Λόουτς σκηνοθετεί παραπλεύρως της αμερικανικής «Κοιλάδας του Ηλά» και στον αντίποδα του οσκαρικού «The Hurt Locker», δημιουργώντας ένα εύφλεκτο κράμα δράματος και πολιτικού θρίλερ. Για φόντο έχει το σημερινό Λίβερπουλ, ενώ ελάχιστες από τις εικόνες του παραπέμπουν άμεσα στη Βαγδάτη.
Στον πυρήνα της δραματουργίας έχουμε μια ιστορία παιδικής φιλίας μεταξύ δύο αντρών να μετατρέπεται σε ιστορία εκδίκησης για λόγους ηθικής τάξης.
Το 2004, ο Φέργκους, ένας πρώην βετεράνος του βρετανικού στρατού στο Ιράκ, συστήνει μια εταιρεία security για να παρέχει προστασία σε κατασκευαστικές κυρίως εταιρείες που έχουν αναλάβει την ανοικοδόμηση του Ιράκ. Παίρνει μαζί του και έναν αδελφικό φίλο του, τον Φράνκι, που κάνει δουλειές του ποδαριού, προσφέροντάς του μια ευκαιρία γρήγορου πλουτισμού. Ο δρόμος των δύο Βρετανών για το Ελντοράντο περνάει από το ναρκοπέδιο της Βαγδάτης.
Σε ενεστώτα χρόνο η δράση εκτυλίσσεται το 2007 και αρχίζει με την κηδεία του Φράνκι. Ο άτυχος μισθοφόρος έπεσε σε ενέδρα λίγο μετά την εμπλοκή του σε ένα μακελειό που στοίχισε τις ζωές μιας οικογένειας Ιρανών. Το ντοκουμέντο της σφαγής έχει καταγραφεί στο κινητό τηλέφωνο ενός νεαρού Ιρανού, που βρίσκεται ανάμεσα στα προσωπικά αντικείμενα του νεκρού Φράνκι. Η συσκευή φτάνει στα χέρια του Φέργκους, που θεωρεί χρέος του να ρίξει φως στις συνθήκες θανάτου του φίλου του. Δίπλα του έχει τη χήρα του Φράνκι και έναν Ιρανό μουσικό που ζει στο Λίβερπουλ.
Στον «Ιρλαδέζικο δρόμο», το προσωπικό δράμα είναι τραχύ, απογυμνωμένο από μελοδραματισμό, ενώ το πολιτικό θρίλερ δεν έχει δημαγωγικές κορόνες. Στον «Ανθρωπο που θα γινόταν βασιλιάς» ο Τζον Χιούστον σάρκασε την απληστία του ανθρώπου για χρήμα και δόξα, παρακολουθώντας το παράτολμο σχέδιο δύο πρώην στρατιωτών του βρετανικού αποικιοκρατικού στρατού στην Ινδία να φτάσουν σε ένα μυθικό κρατίδιο της Ασίας και να γίνουν βασιλιάδες. Τηρουμένων των αναλογιών, ο ρεαλιστής Λόουτς υπαινίσσεται μια παρόμοια χίμαιρα.



La journee de la jupe






Η Σόνια είναι καθηγήτρια φιλόλογος σε ένα προαστιακό γυμνάσιο. Αντιμέτωπη με τη δυσκολία της διδασκαλίας και μετά την αναχώρηση του συζύγου της, είναι στα πρόθυρα του νευρικού κλονισμού. Όλα πάνε στραβά, όταν αρπάζει ένα όπλο που βρέθηκε στην τσάντα ενός από τους μαθητές της. Μέσα στη σύγχυση, ένας πυροβολισμός ακούγεται, ο μαθητής τραυματίζεται και η Σόνια ξαφνικά συμμετέχει σε μια πραγματική ομηρία. Ανάμειξη αστυνομικών και πολιτικών, πανικός των γονέων, αντιδράσεις του διευθυντή και των άλλων εκπαιδευτικών

Δεν υπάρχουν καθρέφτες, δεν υπάρχουν παράθυρα, δεν υπάρχουν βιβλία. Δεν υπάρχει ύπνος, ούτε καν δάκρυα. Το εγκληματικό τους παρελθόν, οι αντιδικίες, οι διαξιφισμοί, οι ειρωνείες, οι ηθικοί και μη εκβιασμοί, τους οδηγούν στο συμπέρασμα ότι είναι τελείως παράλογο να προσπαθούν να ξεχάσουν την παρουσία των άλλων.
Η ειρωνεία βρίσκεται στο γεγονός ότι η συγκεκριμένη κόλαση δεν προσφέρει πυρωμένα σίδερα και φωτιές σαν μαρτύριο, αλλά την ταπείνωση και τον εξευτελισμό των χαρακτήρων καθώς αυτοί αποκαλύπτονται μεταξύ τους. Εδώ οι ψυχές απογυμνώνονται από τα μυστικά τους και εκτίθενται στο ανελέητο φως της κόλασης.




Σάββατο 9 Απριλίου 2011

In a better world - Susanne Bier



ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΟΛΥΜΠΙΟΝ  7/04 - 13/04

Σε ένα στρατόπεδο προσφύγων κάπου στην Αφρική, ο Anton (Mikael Persbrandt) είναι ένας γιατρός που δίνει άνιση μάχη με τις απάνθρωπες συνθήκες που αντιμετωπίζει. Πίσω στη Δανία βρίσκεται η οικογένειά του, η οποία δε διάγει και τις καλύτερες των ημερών της. Ο Anton και η Marianne (Trine Dyrholm) βρίσκονται σε διάσταση. Ο μεγάλος τους γιος, Elias (Markus Rygaard), υπομένει καθημερινά τη βία και το χλευασμό μερίδας των συμμαθητών του. Ανέλπιστο υποστηρικτή θα βρει στο πρόσωπο του Christian (William Johnk Nielsen), ενός Σουηδού πιτσιρικά άρτι αφιχθέντα από το Λονδίνο που έχει μόλις χάσει τη μητέρα του από καρκίνο, ο οποίος ορθώνει δυναμικά ανάστημα απέναντι στους νταήδες. Τα δύο παιδιά θα γίνουν γρήγορα καλοί φίλοι, ο Christian όμως δείχνει μία σαφή ροπή προς την αυτοδικία, γεγονός που εγκυμονεί πολλούς κινδύνους, ακόμα και για την ίδια τους τη ζωή.
Στο δρόμο - ή μάλλον την επιθυμία - για έναν καλύτερο κόσμο ο καθένας εντάσσει τον υποκειμενισμό και τις θεωρήσεις του. Συχνά, υπομένοντας μία κοινωνία πολυεπίπεδης βίας το πρώτο που σκέφτεται (;) κανείς να αντιτάξει είναι ακριβώς το ίδιο. Μόνο που έτσι δε στοιχειοθετείται κοινωνία, αλλά ζούγκλα.
Εκεί επικεντρώνεται και η ματιά της Susanne Bier στο «In A Better World»: σε ζητήματα βίας, αυτοδικίας, κοινής λογικής και εν τέλει στην ικανότητα ή ανικανότητα συγχώρεσης. Σκαλίζει το μάταιο της εξατομικευμένης εξουσιαστικής συμπεριφοράς ψηλαφίζοντας τις οδυνηρές συνέπειες που τη συνοδεύουν. Δύο παιδιά που αντιλαμβάνονται γύρω τους ένα βίαιο κόσμο πιθήκων και που αναζητούν δικαιοσύνη και οικογενειακή ασφάλεια, ενώ οι γονείς αδυνατούν να αφουγκραστούν εγκαίρως τη σοβαρότητα του ζητήματος και να αναλάβουν δράση.
Οι ταινίες της Bier αναζητούν συνήθως μία κάποιου τύπου οικουμενικότητα. Καθόλου τυχαία βρίσκουμε τους ήρωές της συχνά εκτός συνόρων: στο «Brothers» ο Michael φεύγει για το Αφγανιστάν, στο «After The Wedding» ο Jacob έρχεται από την Ινδία, εδώ ο Anton προσφέρει τις υπηρεσίες του κάπου στην Αφρική. Η Δανή σκηνοθέτις μαζί με το στενό συνεργάτη και σεναριογράφο Anders Thomas Jensen, 'στέλνουν' τους ήρωές τους να αναζητήσουν σημαντικό μέρος της αλήθειας τους σε κόσμους εντελώς διαφορετικούς και ως επί το πλείστον υποτιμημένους από την γνώριμη, αστικού τύπου δυτική κοινωνία. Και φυσικά, παρότι στις παραπάνω ταινίες το σημείο αναφοράς και εκκίνησης των δημιουργών παραμένει 'δυτικό', διαφαίνεται από ταινία σε ταινία η τάση να δίνεται ολοένα και μεγαλύτερη δραματουργική βαρύτητα στο φιλμικό χρόνο που εδράζεται 'εκτός έδρας'.
Έχοντας καταφέρει με τα χρόνια να διαμορφώσει το δικό της ξεχωριστό ύφος, η Bier παραδίδει και πάλι ένα πρότυπο, στιβαρό κοινωνικό δράμα, όπου ακόμα κι αν ισχυριστεί κάποιος ότι δεν είναι το καλύτερό της, δύσκολα θα αρνηθεί ότι πρόκειται για το πιο ώριμο στην πλούσια φιλμογραφία της. Στήνει και πάλι χαρακτήρες με ρεαλιστικό ψυχικό βάθος, εκμαιεύοντας μεστές ερμηνείες, από τους πρωτάρηδες πιτσιρικάδες μέχρι τους έμπειρους Ulrich Thomsen και Mikael Persbrandt. Εστιάζει με μεστότητα νοήματος και άποψη στην απαιτητικότατη θεματική που διαχειρίζεται - ειδική μνεία εδώ στο σενάριο του Jensen - χωρίς να φοβάται να αναμετρηθεί ακόμα και με την ηθικολογική ανάγνωση της ιστορίας. Σε κάθε σεκάνς του «In A Better World», τα συναισθήματα και οι σκέψεις ξεχειλίζουν, καθιστώντας το θεατή ολότελα ενταγμένο στο σύμπαν της ταινίας.
Η φετινή βράβευσή της Susanne Bier με Oscar στην κατηγορία της καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας (βρέθηκε αντιμέτωπη με το δικό μας «Κυνόδοντα» και το «Incendies», συνθέτοντας μία εξαιρετική τριάδα) αποτελεί ακόμα μία σημαντική διάκριση για την αγαπημένη σκηνοθέτιδα, δείγμα της διεθνούς αναγνώρισης που χαίρει. Γνωστό είναι άλλωστε ότι η πόρτα του Hollywood έχει εδώ και χρόνια ανοίξει για χάρη της. Από μεριάς μου, πάντως, παρακολουθώ με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την πορεία της και ποντάρω πολλά στις δυνατότητές της, τολμώντας να ρισκάρω την πρόβλεψη ότι ακόμα δεν τις έχει εξαντλήσει.


Παρασκευή 8 Απριλίου 2011

«Ο γλάρος» της εταιρείας Pequod στη Θεσσαλονίκη



Ένα έργο για την τέχνη, τον έρωτα, την οικογένεια, την αγάπη και την έλλειψή της, τα μεγάλα όνειρα της νεότητας και την πραγματικότητα της ενηλικίωσης.
Yπόθεση :
Ο Γλάρος, το τετράπραχτο δράμα του Άντον Τσέχωφ, παίχτηκε για πρώτη φορά στην Πετρούπολη τον Οκτώβριο του 1895.
Όπως και στα άλλα δράματα του Ρώσου συγγραφέα, η θεατρική ποίηση είναι στοιχείο κυρίαρχο που εμποτίζει την πλοκή, δομεί τα συμβάντα και χρωματίζει το εσωτερικό και εξωτερικό τοπίο των ηρώων.
Η αληθινή δράση του έργου γίνεται σ΄ έναν απόλυτα μυστικό χώρο, και τα γεγονότα είναι η απόληξη αφανών καθημερινών δραμάτων, και εξαντλητικών ματαιώσεων.
Στο Γλάρο το μεταθεατρικό στοιχείο είναι παρόν από την έναρξη του έργου. Οι βασικοί ήρωες του έργου περιστρέφονται γύρω από τον κόσμο του θεάτρου.
Ο Τρέπλεφ, ο νεαρός γιος της ηθοποιού Αρκάντινα, αναζητά νέους τρόπους έκφρασης στην ποίηση και στο θέατρο. Γράφει και παρουσιάζει το θεατρικό του έργο στο υποστατικό του Σόριν, αδελφού της μητέρας του. Η Νίνα, η αγαπημένη του Τρέπλεφ, θα είναι η ηθοποιός που θα αναλάβει να δώσει υπόσταση στο ποιητικό δράμα του.
Η παράσταση θα τελειώσει άδοξα. Οι θεατές του έργου, που ανάμεσα τους είναι η Αρκάντινα και ο εραστής της, ο γνωστός συγγραφέας Τριγκόριν, φιλοξενούμενοι για λίγες μέρες στο υποστατικό, θα είναι ειρωνικοί και αμέτοχοι όχι μόνο στο θεατρικό αλλά και στο προσωπικό δράμα του Τρέπλεφ.
Οι περίπλοκες σχέσεις των ηρώων τους εγκλωβίζουν σ΄ ένα αναπόδραστο αδιέξοδο. Ο νεαρός Τρέπλεφ ζει έναν απελπισμένο έρωτα με τη Νίνα, που θαμπωμένη από τη γοητεία του Τριγκόριν θα αποφασίσει να γίνει επαγγελματίας ηθοποιός και να τον ακολουθήσει στην πόλη.
Δύο χρόνια αργότερα, ο Τρέπλεφ έχει καταφέρει να γίνει ένας μέτριος συγγραφέας. Εξακολουθεί να ζει στο ίδιο μέρος, να δημοσιεύει διηγήματά του σε διάφορα περιοδικά, και να παρακολουθεί από μακριά την θλιβερή προσωπική ζωή και την αποτυχημένη καριέρα της Νίνας.
Η επιδείνωση της υγείας του Σόριν θα φέρει πάλι στο υποστατικό την Αρκάντινα και τον Τριγκόριν. Στο ίδιο μέρος, τσακισμένη και ανήμπορη, σαν τον νεκρό γλάρο που κάποτε της είχε αποθέσει στα πόδια της ο Τρέπλεφ, θα γυρίσει και η Νίνα. Ερωμένη του Τριγκόριν με τον οποίο απέκτησε και ένα παιδί που πέθανε, προδομένη από τον εραστή της που ποτέ δεν έπαψε να αγαπά, επισκέπτεται τον Τρέπλεφ. Όταν πια φύγει, ένας πυροβολισμός θα ακουστεί από το δωμάτιο του. Ο γιος της Αρκάντινα, της διάσημης ηθοποιού, θα βάλει τέρμα στη ζωή του, τη στιγμή που στο διπλανό δωμάτιο η συντροφιά των ανυποψίαστων, θα παίζει ένα επιτραπέζιο παιχνίδι για να σκοτώσει την ώρα της.
Η παράσταση, βασιζόμενη στην από το έργο συνθήκη ύπαρξης θεάτρου μέσα στο θέατρο, τοποθετεί την σκηνική δράση σ’ έναν ενιαίο χώρο, καταργώντας έτσι την απόσταση ανάμεσα σε ηθοποιούς και θεατές. Η χρήση εξάλλου του πραγματικού χώρου ως σκηνικό, ενισχύει την αίσθηση ότι δεν βρισκόμαστε σ’ ένα φανταστικό «αλλού», αλλά όλα συμβαίνουν εδώ και τώρα.
Μετά τη διαδρομή της στην Αθήνα (Κnot Gallery, άνοιξη και χειμώνας του 2010, Θέατρο Χώρα καλοκαίρι 2010 Bob theatre festival) η παράσταση ταξιδεύει αυτόν τον χειμώνα στην Ελλάδα, πραγματοποιώντας (με αφετηρία την Κέρκυρα στις 26/1 και τέρμα την Καβάλα στις 30/4 26 παραστάσεις σε 19 πόλεις της περιφέρειας.
Η παράσταση θα παιχτεί στο θέατρο Αμαλία, στο πλαίσιο του "Προτάσεις - εργοτάξιο θεατρικών αναζητήσεων" που διοργανώνει η Πειραματική Σκηνή της Τέχνης, την Παρασκευή 8 και το Σάββατο 9 Απριλίου και ώρα 9:00 μ.μ..


Κυριακή 3 Απριλίου 2011

12o Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου




Το καθιερωμένο πλέον ραντεβού του κινηματογραφόφιλου κοινού της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης με το γαλλόφωνο σινεμά βρίσκεται πλέον προ των πυλών. Η διοργάνωση και παραγωγή του Γαλλικού Ινστιτούτου της Αθήνας και της πρεσβείας της Γαλλίας θα διεξαχθεί από τις 31 Μαρτίου έως 8 Απριλίου στην πρωτεύουσα και από 7 έως 12 Απριλίου στη συμπρωτεύουσα.
Φέτος οι διοργανωτές δίνουν λευκή κάρτα στην Anna Mouglalis, τη διάσημη ανάδοχο του 12ου φεστιβάλ, η οποία θα μας παρουσιάσει τα τέσσερα αγαπημένα της φιλμ καθώς και την τελευταία της δουλειά («Gino») σε διεθνή πρεμιέρα.
Υπό την αιγίδα του Κώστα Γαβρά, προέδρου της γαλλικής ταινιοθήκης, θα παρακολουθήσουμε το αφιέρωμα στο σημαντικό δημιουργό της nouvelle vague, Claude Chabrol. Αν και από το αφιέρωμα απουσιάζουν ηχηροί τίτλοι όπως «Le boucher», «Les Biches» ή «La femme Infidele», αποκλείεται να περάσουν απαρατήρητα τα «Ceremonie», «Les cousins», «L' enfer» και «Merci pour le chocolat».
Το πρόγραμμα του φεστιβάλ θα οργανωθεί σε δύο άξονες: το διαγωνιστικό τμήμα (15 ταινίες σε avant-premiere) και το πανόραμα Γαλλόφωνου κινηματογράφου, με φιλμ τα οποία προβάλλονται για πρώτη φορά στη χώρα μας. Επιπλέον, το χιούμορ θα δώσει ποικιλοτρόπως το 'παρών' με ταινίες όπως το «Potiche» του Francois Ozon, ενώ - σε συνεργασία με την ομάδα των 'Νυχτών Πρεμιέρας' - θα πραγματοποιηθούν μεταμεσονύχτιες προβολές στην Ταινιοθήκη με θρίλερ που υπόσχονται να μας προσφέρουν αρκετές ανατριχίλες. Από το πρόγραμμα δε θα λείψουν ταινίες που προσφέρονται για στοχασμό, όπως η 'Μαύρη Αφροδίτη' του Abdellatif Kechiche και ο «Carlos» του Olivier Assayas. Ακόμη, πέραν από δουλειές καταξιωμένων δημιουργών, οι θεατές θα έχουν την ευκαιρία να γνωρίσουν και νέα ταλέντα μέσα από δέκα ταινίες πρωτοεμφανιζόμενων σκηνοθετών, όπως το 'Ένα Ξεχωριστό Καλοκαίρι' του Olivier Horlait και η ταινία-φαινόμενο που κόστισε μόλις 150 ευρώ, το «Donoma» του Djinn Carrenard.
Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος οι πρεσβείες των χωρών που συμμετέχουν στο Διεθνή Οργανισμό Γαλλοφωνίας, υποστηρίζουν την παρουσία φιλμ από διάφορα ανά τον κόσμο Γαλλόφωνα κράτη, όπως του Καναδά, του Βελγίου, της Αλγερίας, της Ρουμανίας, του Μαρόκο, της Τυνησίας και του Τσαντ.
Τέλος, το 'παρών' θα δώσουν - εκτός της Anna Mouglalis - περισσότερες από 20 γαλλόφωνες προσωπικότητες από το χώρο του σινεμά και όχι μόνο: η Catherine Deneuve, η Claudia Cardinale, ο Pierre Berge από το χώρο της μόδας, ο Κώστας Γαβράς, οι ηθοποιοί Elodie Bouchez και Marie-Josee Croze, η Nicole Garcia, ηθοποιός αλλά και εξίσου ταλαντούχα σκηνοθέτρια, οι σκηνοθέτες Olivier Assayas, Samuel Benchetrit, Fabienne Berthaud, Djinn Carrenard, Michael Cohen, Antony Cordier, Renaud Fely, Olivier Horlait, Emmanuel Laurent, καθώς και αρκετοί ακόμα. Επίσης, πρόεδρος της κριτικής επιτροπής του φεστιβάλ θα διατελέσει ο Θόδωρος Αγγελόπουλος.